«Κι ύστερα με τα χείλη κρεμασμένα στις άκρες των ποτηριών
Τη σκέψη σαν τρυφερό λουλούδι
Ευχηθήκαμε το μέγιστο άνοιγμα της χαράς
Ως το θάνατο
Ενώ η ζωή γρυλίζοντας μας προσπερνούσε
Μετά από χρόνια -ακόμα πιο άγνωστοι- κοιταχτήκαμε στα μάτια
Κι αναγνωρίσαμε στα σκυλιά που τρίβονταν στα πόδια μας
Τη δειλή ζωή μας.»
Hoxton, Νάνα Παπαδάκη, «Τα δώρα της αγρύπνιας»